
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη (20 Ιουλίου 1934 - 23 Ιουλίου 1996) ήταν μια από τις εμπορικότερες και ίσως η δημοφιλέστερη Ελληνίδα ηθοποιός και θεατρική επιχειρηματίας. Η Βουγιουκλάκη έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1953 με το έργο Κατά Φαντασίαν Ασθενής του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με την ταινία Το Ποντικάκι. Ακολούθησαν 41 κινηματογραφικές ταινίες [συμπεριλαμβανομένης και της τουρκικής διασκευής της ταινίας "Χτυποκάρδια στο θρανίο" με τον τουρκικό τίτλο "Siralardaki Heyecanlar" (1963)] , οι περισσότερες των οποίων έγιναν τεράστιες εισπρακτικές επιτυχίες και κατάφεραν να εκτινάξουν την καριέρα της στα ύψη και να της δοθεί ο χαρακτηρισμός "Εθνική Σταρ". Υπήρξε η δημοφιλέστερη ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα,θέση που κρατάει ως σήμερα. Στην εκπομπή/ντοκιμαντέρ του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΙ, "Μεγάλοι Έλληνες" (που βασίστηκε στην αντίστοιχη παραγωγή του αγγλικού τηλεοπτικού σταθμού BBC) και που προβλήθηκε το 2009, η Αλίκη Βουγιουκλάκη συμπεριλαμβάνεται στην 88η θέση της λίστας με τους 100 Μεγάλους Έλληνες Όλων Των Εποχών.Το 1960, της απονεμήθηκε το Βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1960 για την ερμηνεία της στην κινηματογραφική ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 στο Μαρούσι Αττικής στην Αθήνα από τους Ιωάννη Βουγιουκλάκη, πρώην Νομάρχη Αρκαδίας και νομικό, και Αιμιλία Κουμουνδούρου. Η οικογένειά της κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ο πατέρας της δολοφονήθηκε και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη Βουγιουκλάκη.
Το 1952 έδωσε κρυφά από την οικογένειά της εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια μετά με Λίαν Καλώς.[2] Προτού ακόμη αποφοιτήσει από τη Σχολή ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της από το θέατρο. Ο πρώτος της θεατρικός ρόλος ήταν στο έργο Κατα Φαντασίαν Ασθενής τουΜολιέρου το 1953 και η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία Το Ποντικάκι το 1954.[3] Κατά τη διάρκεια της φοίτησης της στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου συμμετείχε χωρίς άδεια της Σχολής στην παράσταση Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Τότε συζητήθηκε από τον σύλλογο των διδασκόντων της Σχολής η παραμονή της ή όχι στη Σχολή: Ο Καρθάιος είχε ισχυρισθεί πως δέχθηκε την επίσκεψη της θείας του Νίκου Χατζίσκου, και του ζήτησε να επτρέψει ως διευθυντής της Σχολής να πάιξει η Βουγιουκλάκη στις παραστάσεις του Εθνικού Κήπου. Ο διευθυντής είπε πως ο κανονισμός της Σχολής δεν το επέτρεπε, αλλά δεν διαβιβάστηκε σωστά στην Βουγιουκλάκη, η οποία παραπλανήθηκε και χωρίς να αντιμετωπίσει το ζήτημα υπεύθυνα, συμμετειχε στις παραστάσεις. Η Βουγιουκλάκη αιτήθηκε συγχώρεσης από το Συμβούλιο των καθηγητών, επικαλούμενη πως και στο παρελθό είχε αρνηθεί πρόταση συμμετοχής της σε παράσταση του θιάσου της Κοτοπούλη. Τελικά ο Καρθαίος πρότεινε την επιεική κρίση της σε κάτι που συμφώνησε και ο Ροντήρης.[4] Σύντομα καθιερώθηκε στο χώρο και λόγω της εξαιρετικής δημοτικότητας που απέκτησε στο ευρύ κοινό ονομάστηκε (από τον Φιλοποίμενα Φίνοαρχικά) "Εθνική Σταρ" της Ελλάδας.Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α' Γυναικείου ρόλου στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις.[1]Το 1961 η Αλίκη Βουγιουκλάκη συγκρότησε τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα Καίσαρ και Κλεοπάτρα, Χτυποκάρδια στο θρανίο κ.α. Αργότερα γνωρίστηκε με τον Φιλοποίμενα Φίνο και άρχισε μια μόνιμη συνεργασία με την εταιρία του, τη Φίνος Φιλμ.[3] Μαζί έκαναν μερικές από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου, ανάμεσά τους οι ταινίες Η Αλίκη στο ναυτικό, Η Λίζα και η άλλη, Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια, Η Μαρία της Σιωπής, Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας, Το κορίτσι με τα παραμύθια,Διακοπές στην Αίγινα, Έρωτας στους αμμόλοφους, Αστέρω, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Υπολοχαγός Νατάσσα και Η ψεύτρα. Οι, μεταξύ άλλων, κινηματογραφικοί της ρόλοι, άλλοτε της χαριτωμένης σκανδαλιάρας μαθήτριας, άλλοτε του πλουσιοκόριτσου που επαναστατεί εναντίον του πλούσιου πατέρα της, άλλοτε της φτωχής και ασήμαντης κοπέλας που καταφέρνει να ανέβει κοινωνικά, να επιτύχει και να δοξαστεί, είχαν και συνεχίζουν να έχουν, μεγάλη απήχηση στο κοινό εξασφαλίζοντας στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα ενώ η ταινία Υπολοχαγός Νατάσσα ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τρεις δεκαετίες. Επίσης οι δύο επόμενες μεγαλύτερες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στην Βουγιουκλάκη.[1]Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε τη Βουγιουκλάκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο παίζοντας συνολικά σε 53 θεατρικές παραστάσεις. Το 1975 αλλάζει τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον Καμπίρια. Ανέβασε επίσης με μεγάλη επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως το Καμπαρέ, Ωραία μου κυρία, Τζούλια, Εβίτα, Βίκτωρ βικτώρια με τελευταίο το μιούζικαλ Η μελωδία της ευτυχίας.
Ο Αλέξης Σολωμός, που ήταν και καθηγητής της στη σχολή, υπήρξε ο πρώτος της σύντροφος και η αμέσως επόμενη ήταν με έναν πλούσιο ελληνοαμερικάνο. Σημαντική ήταν επίσης και η σχέση της με τον Μάριο Πλωρίτη που την επηρέαζε στις τότε καλλιτεχνικές τις αποφάσεις.Οι επόμενες σχέσεις της ήταν με τον Νάσο Μπότση ,γνωστό δημοσιογράφο της εποχής εκείνης,καθώς επίσης και με τον Αριστείδη Καρύδη Φουκς,ο οποίος ήταν για πολλά χρόνια διευθυντής φωτογραφίας στη Φίνος Φιλμ . Μεταξύ των δεσμών της ήταν και αυτός με τον τότε διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο, η σχέση τους όμως διακόπηκε από τη Φρειδερίκη αλλά και με τον σκηνοθέτη Δαδίρ.Στις 18 Ιανουαρίου 1965 παντρεύτηκε με το Δημήτρη Παπαμιχαήλ, συμφοιτητή της στη Δραματική Σχολή και στις 4 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε ο γιος τους, Γιάννης. Μαζί πρωταγωνίστησαν σε πολλά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα, από τα πιο εμπορικά και πετυχημένα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Στις 5 Ιουλίου 1975, οι δύο ηθοποιοί πήραν διαζύγιο, επισήμως λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων.[2] Η επόμενη της σχέση αμέσως μετά τον πολύκροτο χωρισμό της με τον Παπαμιχαήλ ήταν με τον πολύ γνωστό εκδότη Νίκο Μομφεράτο, ο οποίος δολοφονήθηκε το Φλεβάρη του 1985 απο μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη.Η Αλίκη έκανε ένα δεύτερο γάμο το 1980 με τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη, ο οποίος δεν κράτησε πολύ και έμεινε μυστικός ακόμα και μετά τη λήξη του. Ο γάμος έγινε στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και το αποκάλυψε το 1993 η ίδια σε συνέντευξή της στον Νίκο Χατζηνικολάου στην τηλεοπτική εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω.Το διαζύγιό τους εκδόθηκε επισήμως στις 9 Δεκεμβρίου 1983.[2]Στην παράσταση Εβίτα την περίοδο 1981-1982 γνωρίζει τον Βλάσση Μπονάτσο με τον οποίο είναι μαζί για έξι περίπου χρόνια. Τελευταίος σύντροφος της ζωής της για εννιά χρόνια (1987 - 1996) ήταν ο ηθοποιός Κώστας Σπυρόπουλος
Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου "Η μελωδία της ευτυχίας", η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις σε ένα ιατρικό διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 29 Απριλίου, οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου.Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διεπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ. Στις 7 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ταξίδεψε στο Μόναχο, όπου υποβλήθηκε σε μια σειρά επιπλέον εξετάσεων κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινε εκεί. Στις 10 Μαΐου, επέστρεψε στην Ελλάδα από το Μόναχο της Γερμανίας. Στις 15 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη έκανε το τελευταίο της ταξίδι στη Βοστώνη των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της. Ποτέ δεν έμαθε ότι οι γιατροί στις ΗΠΑ της έδωσαν μόλις 15 μέρες ζωής. Στις 19 Μαΐου επέστρεψε οριστικά στην Αθήνα και στις22 Μαΐου μπήκε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με δική της πρωτοβουλία.Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη πέθανε στις 23 Ιουλίου 1996 στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών μετά από τη σύντομη και άνιση μάχη που έδωσε με τον καρκίνο. Ο θάνατός της, μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, βύθισε στο πένθος ολόκληρο τον Ελληνισμό [1]. Υπήρξαν αμέτρητα αφιερώματα από τους τηλεοπτικούς σταθμούς για την ζωή και την καριέρα της, που ξεπέρασαν σε τηλεθέαση ακόμη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, αλλά και πολυσέλιδα αφιερώματα από τα έντυπα της εποχής. Ακολούθησε διήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού της στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Στις 25 Ιουλίου 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της αλλά και πλήθος κόσμου, παρά την αποπνικτική ζέστη που επικρατούσε.
Δημοσιογράφος Super stars Αργύρης Ναστόπουλος
Αλικη Βουγιουκλάκη




<<Δείτε μία σπάνια συνέντευξη της Αλίκης Βουγιουκλάκη με τη μητέρα της, Έμυ, από την εκπομπή του ANT1 Made in Greece, με τη Σεμίνα Διγενή >>